λιμενοβραχίονας

λιμενοβραχίονας
jetée

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • λιμενοβραχίονας — ο 1. προβλήτα τού λιμανιού που έχει μορφή βραχίονα, κν. μώλος 2. εξωτερικό συνήθως τεχνικό λιμενικό έργο, πρόβολος για προφύλαξη λιμανιού από τα σφοδρά κύματα και για προστασία από τη διάβρωση που επέρχεται από αυτά, καθώς και για αποτροπή τής… …   Dictionary of Greek

  • λιμενοβραχίονας — ο προβλήτα του λιμανιού μέσα στη θάλασσα, ο μόλος: Το πλοίο προσέκρουσε στο λιμενοβραχίονα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κεραία — I (Ζωολ.). Αρθρωτό εξάρτημα, με το οποίο είναι εφοδιασμένο το κεφάλι των εντόμων, των μυριαπόδων και των καρκινοειδών. Τα τελευταία φέρουν δύο ζεύγη κ., οι οποίες είναι δισχιδείς, ενώ οι δύο πρώτες ομάδες έχουν μόνο ένα ζεύγος μονοσχιδών κ. Είναι …   Dictionary of Greek

  • λιμένας — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ., 35 κάτ.) της Χίου. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μαστιχοχωρίων του νομού Χίου. Μέχρι το 1981 ονομαζόταν Πασά Λιμάνι. * * * και λιμήν, ο (AM λιμήν, ένος) 1. φυσική ή τεχνητή …   Dictionary of Greek

  • μασχάλη — και μασκάλη και αμασκάλη, η (ΑM μασχάλη) 1. ανατ. κοιλότητα που σχηματίζεται στη ρίζα τού άνω άκρου ανάμεσα στον βραχίονα και στο θωρακικό τοίχωμα 2. (για ζώα) η κοιλότητα που σχηματίζεται μεταξύ τής ρίζας τών μπροστινών ποδιών και τού κορμού 3.… …   Dictionary of Greek

  • Χανιά — Πόλη (13 τ. χλμ.), πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού και της επαρχίας Κυδωνίας, έδρα δήμου. Τα X. είναι η δεύτερη πόλη της Κρήτης. Στο πολεοδομικό συγκρότημα των X. περιλαμβάνονται οι δήμοι Σούδας, Μουρνιών, Νεροκούρου κ.ά. Ιστορία, αρχαιολογία,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”